αμυγδαλομάτης

αμυγδαλομάτης
ο αμυγδαλομάτα η тот, кто имеет миндалевидные глаза

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "αμυγδαλομάτης" в других словарях:

  • αμυγδαλομάτης — ο (θηλ. –μάτα) αυτός που έχει μάτια σε σχήμα αμυγδάλου. [ΕΤΥΜΟΛ. < αμύγδαλο + μάτης < μάτι] …   Dictionary of Greek

  • αμυγδαλομάτης — ο θηλ. άτα αυτός που έχει μάτια σε σχήμα αμύγδαλου: Ήταν όμορφη, αμυγδαλομάτα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αμύγδαλο — και μύγδαλο, το (Α ἀμύγδαλον) ο καρπός τής αμυγδαλιάς αρχ. το δέντρο αμυγδαλιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < Παράλληλος τ. τής λ. αμυγδάλη*. ΠΑΡ. αρχ. ἀμυγδαλώδης μσν. ἀμυγδαλίτσι νεοελλ. αμυγδαλάδα, αμυγδαλάκι, αμυγδαλάτος, αμυγδαλένιος, αμυγδαλικός,… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»